Η κορύφωση της σεζόν είναι προ των πυλών με τη σκηνή να έχει στηθεί για τα play offs της Ευρωλίγκας. Το στύψιμο των ομάδων στην ίσως πιο ανταγωνιστική σεζόν μέχρι τώρα ήταν ενδεικτικό: μία νίκη χωρίζει τον δεύτερο από τον πέμπτο (!) της βαθμολογίας. Με ευχή το μονοπάτι προς τους τελικούς να κριθεί με αντίστοιχη ωμότητα, πάμε να δούμε τις τέσσερις διαδρομές για το Βερολίνο.
Το παραμύθι που εκλιπαρεί για διαφορετικό τέλος (Ρεάλ Μαδρίτης – Μπασκόνια)
Κάθε παραμύθι περιλαμβάνει ένα ισχυρό καθεστώς κι έναν ήρωα που αψηφά τις πιθανότητες επιβίωσης του μόνο που η έκδοση του παραμυθιού για το ευρωπαϊκό μπάσκετ έχει ένα μοναδικό φαινόμενο: η Ρεάλ νικάει ακόμα κι όταν αλλάζει από το ρόλο του καθεστώτος στο ρόλο του πιο ευάλωτου. Όλη η υπόλοιπη μπασκετική κοινότητα έχει κουραστεί με το αφήγημα ωστόσο το winning culture των Μαδριλένων ξεπερνάει κάθε τύπου εμπόδιο σταθερά εδώ και ενάμιση χρόνο για να φτάσουν να είναι η πληρέστερη ομάδα που έθεσε ρεκόρ νικών στο θεσμό (27/34 αγώνες) όντας μακριά από το υψηλότερο των δυνατοτήτων της τους τελευταίους δύο μήνες. Το βάθος της ποιότητας και η εμπειρία των παιχτών ως σύνολο φέτος δίνουν στη Ρεάλ χαρακτήρα Γολιάθ ακόμα και αν παίχτες—κλειδιά είναι επηρεασμένοι με το τι μέλλει γενέσθαι με το μέλλον τους (Ταβάρες, Χεζόνια). Η Μπασκόνια του Ντούσκο ίσως είναι ότι καλύτερο θα μπορούσαμε να ελπίζουμε για ανταγωνιστική σειρά. Προσδεδεμένοι στα πολύ συγκεκριμένα και άκαμπτα οράματα του προπονητή τους γύρω από το παιχνίδι οι Βάσκοι θα αντιμετωπίσουν μία ομάδα που γνωρίζουν πολύ καλά. Ο Χάουαρντ έχει σεληνιαστεί την τελευταία περίοδο (πάνω από 30 ppg, 40% τρίποντο σταθερα) και τραβάει τη μαχητικότητα όλων ένα επίπεδο πάνω. Μπορούν οι Βάσκοι να γράψουν διαφορετικό τέλος σε αναμέτρηση do-or-die απέναντι στη Ρεαλ; Οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος τους αλλά αυτό είναι αναπόσπαστο κομμάτι της γοητείας της Μπασκόνια: παίζει το παιχνίδι της αγνοώντας τες.
Ο κυνισμός της πραγματικότητας που ξεπερνά τη φαντασία (Παναθηναϊκός – Μακάμπι)
Αναπόφευκτα η ανάλυση σ αυτό το ζευγάρι εμπίπτει σε καταστάσεις που ξεπερνούν τις τέσσερις γραμμές του παρκέ παρότι σε μπασκετικούς όρους ήταν ότι ακριβώς θα ήθελε η διοργάνωση και οι φίλοι του παιχνιδιού. Η εμφατική αναγέννηση του ‘αιώνιου’ απέναντι στην εξόριστη από την έδρα της Μακάμπι που κατάφερε να βρεθεί και πάλι στη διεκδίκηση μίας θέσης στους τελικούς. Χάρις την επιλεκτική ευαισθησία της Ευρωλίγκας, η ισραηλινή ομάδα όχι απλά δεν αποκλείστηκε όπως οι ρώσικες που συνδέθηκαν με τον πόλεμο που διεξήγε η χώρα στην οποία παίζουν (ιδιωτική λίγκα που θυμάται την εθνικότητα και την εθνότητα κατά το δοκούν) αλλά συζητάμε ότι έχει πιθανότητες να βρεθεί στο βάθρο της δόξας. Η Μακάμπι λοιπόν με την παραγωγικότερη επίθεση της λίγκας, δεύτερη σε επιθετικά rebounds και σε assists, πιστή στις αρχές του επιθετικού παιχνιδιού με ένα επιπλέον βασικό στοιχείο που ήταν παροπλισμένο σε μεγάλο μέρος της σεζόν: ο Λορένζο Μπράουν με εκπληκτικές εμφανίσεις στα play in, όπως γλαφυρά είπε ο Τίμ Λόνγκ, ‘τρέχει προς τα play offs κοιτώντας την ασταθή regular season από τον εσωτερικό καθρέφτη του’. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έχει συνηθίσει να αγωνίζεται η Μακάμπι (εμπόλεμη χώρα, απουσία κόσμου, πολλαπλά ταξίδια) της δίνουν έναν κυνισμό ο οποίος είναι μεγαλύτερος απ’ότι πιάνει το μάτι. Μπορεί ο κουρασμένος και με ροπή προς την έπαρση Παναθηναϊκός να βρεθεί προ εκπλήξεως;
Η αλήθεια είναι ότι το προφίλ της Μακάμπι δίνει αρκετές λαβές στον Παναθηναϊκό. Δομικά έχει έναν μόνο καθαρό center και forwards που παίζουν stretch, κανένας εκ των οποίων δε βρίσκεται στο ‘πάνω ράφι’. Η επικοινωνία των Ισραηλινών είναι συχνά ένα κομφούζιο στην άμυνα που καταλήγει σε απουσία συνεργασιών απέναντι σ ένα σύνολο που έχει δεινούς σουτέρ με πολύ δυνατή one on one ικανότητα (Ναν, Σλούκας, Γκριγκόνις). Η πίεση που βάζει ο Παναθηναϊκός στην μπάλα είναι μεγάλο asset και σίγουρα ο Αταμάν θα προσπαθήσει να φθείρει το δυναμικό backcourt δίδυμο της Μακάμπι κόβωντας τους διαδρόμους προς το καλάθι που σκοράρουν κατά ριπάς. Ενδιαφέρον θα έχει να δούμε πως θα αντιμετωπιστεί ο Κόουλσον κι επίσης αν ο Τούρκος κόουτς συνεχίσει τη συνήθεια που ανέπτυξε πρόσφατα να χρησιμοποιεί τον Χουάντσο ως κόφτη χωρίς τη μπάλα και ως δόλωμα που αδειάζει τη ρακέτα από τους αντίπαλους ψηλούς. Στο πρώτο ματς της κανονικής διάρκειας ο ΠΑΟ δεν είχε το Ναν, στο δεύτερο που τον είχε αναλάμβανε χρέη βασικού χειριστή που ξεκάθαρα δε μπορούσε να εκπληρώσει (μ.ο. 3.1 λάθη/ματς). Εάν ο Παναθηναϊκός είναι πειθαρχημένος έχει το πλεονέκτημα. Η εμπειρία στην πίεση των play-offs και το step-up από παίχτες όμως είναι η επιπλέον ένταση που μπορεί να φέρει τα πάνω κάτω.
Τρίτη και φαρμακερή (Μονακό – Φενέρμπαχτσε)
Μάλλον η φετινή Μονακό είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα του ‘make it or break it’ μετά από δύο χρονιές που έφτασε κοντά στο να τρυπήσει το ταβάνι της και μένει να φανεί αν τελικά αυτό έχει ανέβει πάρα πολύ και χρειάζεται διαφορετική προσέγγιση για να το ξαναγγίξει. Αποτυχημένες μεταγραφές (Γουόκερ), τραυματισμοί και σκαμπανεβάσματα κρίσιμων παιχτών (Λόυντ, Χολ) δεν επηρέασαν σοβαρά αυτόν τον πολύ αθλητικό κορμό που και πάλι τερμάτισε στους πρώτους ορόφους της διοργάνωσης. Με οδηγό το Μάικ Τζέημς στην πιο μεστή φάση της καριέρας του, η Μονακό είναι η ομάδα με την καλύτερη επικοινωνία (λιγότερα λάθη στη διοργάνωση), με πολύ σφιχτή άμυνα και μία από τις πιο επικίνδυνες ομάδες στα επιθετικά rebounds (τέταρτη καλύτερη). Γι άλλη μία χρονιά δεν έχει θελκτικά σημεία αναφοράς στη γραμμή των ψηλών -πλην ίσως του Μπράουν- και αυτός είναι από τους βασικούς λόγους που η σειρά απέναντι στη Φενέρ αναμένεται να είναι πολύ αμφίρροπη. Ο Γιασικεβίτσιους πέρα από κορυφαίους σουτέρ (Γουίλμπεκιν, Γκούντουριτς, Μπιμπέροβιτς) έχει στη διάθεση του το καταλυτικό δίδυμο Χέιζ-Ντέιβις (step-up φέτος) – Πιερ και τρέχει πολλές δράσεις γύρω από post up παιχνίδι. Κλειδί στο τομέα αυτό ο Ντιαλό, ίσως από τους πιο επιδραστικούς forwards ο Αμερικανός. Ο Λιθουανός κόουτς στις δηλώσεις του μετά τον αγώνα στο ΣΕΦ είπε ότι η Μονακό είναι παράδειγμα για εκείνον και εκεί θα ήθελε να βρίσκεται η ομάδα του στο εγγύς μέλλον. Θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε το Γιασκεβίτσιους να έχει αυτό το σεβασμό υπό πίεση και προς τους παίχτες του που -προσωπική άποψη- φέτος έχει ξανακερδίσει εμφανίσεις τους που είχαμε χάσει με τον προηγούμενο προπονητή.
Never say die (Μπαρτσελόνα – Ολυμπιακός)
Δύσκολα κάποιος οπαδός του Ολυμπιακού θα μπορούσε να πιστέψει, μέχρι πρόσφατα, ότι μετά την απώλεια των δύο καλύτερων του παιχτών, σε μία σεζόν με τόσους τραυματισμούς το αποτέλεσμα τον Απρίλιο θα ήταν 2/2 εγχώριοι τίτλοι και μία συγκομιδή με μόλις δύο νίκες λιγότερο από την περσινή που ήταν χρονιά-φαινόμενο. Κατά τεκμήριο (ρελάνς δεύτερου γύρου με ρεκόρ 13-4) ο Ολυμπιακός είναι η πιο σκληρή ομάδα στην Ευρώπη χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι δεν καταβάλλεται. Απέναντι στην Μπαρτσελόνα έχουμε ηττηθεί δύο φορές όπου το πρώτο ημίχρονο σε αμφότερες ήταν μη αναστρέψιμο στο τελικό αποτέλεσμα. Η άμυνα με αλλαγές που τραβάει τους καλύτερους rebounders στην περιφέρεια και οι γρήγορες πάσες με στόχο τα mismatch οδήγησαν τους Καταλανούς σε μαθήματα σκοποβολής από τα 6,75. Βάσει της απόδοσης των Γκος-Γουοκαπ ένα overplay στους κοντούς των Ισπανών οδηγήσει στο βραχυκύκλωμα τους που είδαμε στο δεύτερο ημίχρονο στο Παλάου Μπλαουγκράνα. Μεγάλο ενδιαφέρον θα έχει η χρήση του Μόουζες Ράιτ που άλλαξε το ρου της σεζόν απέναντι στα βαριά κορμιά της Μπαρτσελόνα. Με το βάθος στους ψηλούς, το Βέσελι να κάνει σεζόν καριέρας και το Λαπροβίττολα να παραδίδει μαθήματα διορατικότητας και αποτελεσματικότητας στο παρκέ η Μπαρτσελόνα προκαλεί τον Ολυμπιακό να τη χτυπήσει εκεί που υστερεί: στη δοκιμασία του mentality τους υπό πίεση και στην έλλειψη παραστάσεων του Γκριμάου. Μπορεί η ομάδα να στερείται σκόρερ και παιχτών με προσωπική φάση αλλά η πίεση που ασκεί ο Ολυμπιακός σα σύνολο συχνά ακουμπάει την ασφυξία και αν κάτι χαρακτηρίζει τη Μπάρτσα, γενικότερα αλλά και ειδικότερα φέτος, είναι η αστάθεια. Από ομάδες με περισσότερο επιθετικό ταλέντο και επιλογές από εμάς ίσως να είναι ο λιγότερο άτρωτος αντίπαλος κι ο κόουτς πέρα από επιπλέον εμπειρία στο σημαντικότερο σημείο της σεζόν έχει όλους τους παίχτες στη διάθεσή του.
Επειδή όλοι τείνουμε να εστιάζουμε στα σενάρια και τις συγκρίσεις (final four για τρίτη διαδοχική χρονιά, αποκλεισμός, πόσο τυχεροί είναι οι απέναντι, κλπ) ξεχνάμε πολλές φορές ότι στον πυρήνα του ομαδικού αθλητισμού είναι ο ανταγωνισμός μέσω της συνεργασίας και ότι η δοκιμασία που ξεχωρίζει τις μεγάλες ομάδες είναι η αντίδραση των συνόλων όταν οι συνθήκες παύουν να είναι ευνοϊκές. Ο Ολυμπιακός του Μπαρτζώκα είναι χαρακτηριστική αντιπροσώπευση για πολλούς φιλάθλους και το μέγεθος αυτού συχνά μας διαφεύγει. Για εμάς τους οπαδούς είναι κομμάτι της περηφάνιας μας γιατί αντιπροσωπεύει το πάθος μας που είναι μεγαλύτερο από όλα τα δεινά. Πάντα άρρωστοι.
Recommended Comments